Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
4 / 9 / 2023

Η αλήθεια είναι πως δεν έχω παρακολουθήσει πολύ το θέμα με τις νέες ταυτότητες, αλλά έχω καταλάβει περίπου τι γίνεται, και μου έφερε πάλι στο μυαλό κάτι που σκεφτόμουν από παλιά.

Διαμαρτυρόμαστε υπερβολικά για τα λάθος πράγματα.

Πάρε για παράδειγμα το QR Code. Πολλοί έχουν διαμαρτυρηθεί ότι τους κλέβει την ιδιωτικότητά τους, τους «σταμπάρει», τους κατηγοριοποιεί, ή ακόμα και ότι είναι «του Σατανά». Εντάξει, το τελευταίο είναι τελείως γελοίο, αλλά ούτε τα πρώτα έχουν κάποια πολύ σοβαρή βάση.

Μου δίνουν, μάλιστα, την εντύπωση ότι κάποιοι δεν ξέρουν τι ακριβώς είναι όλα αυτά τα «μαγικά» μηχανήματα που χρησιμοποιούν – smartphones και υπολογιστές.

Το όνομά μου, «Κώστας Βουλαζέρης», δεν σημαίνει τίποτα για ένα ηλεκτρονικό σύστημα· είναι απλά μια σειρά από σύμβολα, αυτό που στην προγραμματιστική θεωρία λένε «string». Το string δεν είναι αυτό που βλέπει ο Η/Υ· είναι αυτό που βλέπεις εσύ. Ο Η/Υ διαβάζει τη γλώσσα μηχανής, το machine code, που είναι από πίσω από το string. Η γλώσσα μηχανής δεν βγάζει κανένα νόημα για άνθρωπο· μόνο για CPU.

Το machine code που σου δίνει το string «Κώστας Βουλαζέρης» μπορεί να εξαχθεί και μέσω μιας εικόνας. Δηλαδή, διαβάζοντας αυτή την εικόνα, ο Η/Υ διαβάζει έναν κώδικα που μεταγλωττίζει στο string «Κώστας Βουλαζέρης».

Ε, αυτή η εικόνα είναι το QR Code. Δεν έχει τίποτα το περίεργο για ένα μηχάνημα. Απλά εσένα σου φαίνεται περίεργη.

Οπότε, έχεις μια εικόνα που όταν τη διαβάσει ένα μηχάνημα μπορεί να βγάλει τα δεδομένα που αυτή η εικόνα «περιέχει», όπως το όνομά σου, το ΑΦΜ σου, το ΑΜΚΑ σου – ή ένα link – ή ένα ποιηματάκι – ή οτιδήποτε άλλο.

Πού είναι το κακό σε αυτό; Εγώ ποτέ δεν μπορώ να θυμηθώ το ΑΦΜ μου· πάντα το έχω σημειωμένο κάπου και το κοιτάζω. Τι διαφορά θα είχε αν έχω όλα τα στοιχεία μου συμπυκνωμένα σε μια εικόνα την οποία δίνω εγώ σε όποια υπηρεσία θέλω προκειμένου να τα διαβάσει και να με εξυπηρετήσει, αντί να κάθομαι να τα ψάχνω ένα-ένα; Καλό θα ήταν, κακό δεν θα ήταν.

Θα μου πεις: έτσι έχουν όλα τα στοιχεία σου ανά πάσα στιγμή. Σε «σταμπάρουν».

Μα, ούτως ή άλλως, σταμπαρισμένος είσαι.

Γιατί αυτοί που διαμαρτύρονται για το QR Code, ή για οποιαδήποτε άλλη καινούργια τεχνολογία, δεν διαμαρτύρονται και για την αστυνομική ταυτότητα; Πραγματικά αναρωτιέμαι.

Η ΑΣ είναι απείρως πιο επικίνδυνη και «σταμπαριστική» από πράγματα όπως το QR Code. Και δεν μιλάω για την καινούργια που ετοιμάζουν· μιλάω για την παλιά, την κλασική.

Την έχουμε συνηθίσει τόσο πολύ που τη θεωρούμε δεδομένη. Όταν πας στα 18, πρέπει να βγάλεις ΑΣ. Τέλος. Δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς.

Και από τη μια αυτό είναι σωστό γιατί πώς αλλιώς θα ξέραμε ποιος είναι ποιος; Πρέπει να υπάρχει κάτι που σε ταυτοποιεί, έτσι δεν είναι; Ειδικά στις μεγάλες πόλεις, ή παγκοσμίως. Αλλιώς, εγώ είμαι ο Άι Βασίλης.

Από την άλλη, όμως, σκέψου τι είναι η ΑΣ: μια σειρά από δεδομένα για εσένα – ποιος είσαι, πού μένεις, πότε γεννήθηκες, η φωτογραφία σου, το αποτύπωμά σου – τα οποία έχει μια ουσιαστικά παραστρατιωτική οργάνωση με κατά τόπους αρχηγεία σε όλη την επικράτεια!

Εμένα μού σηκώνεται η τρίχα άμα το σκεφτώ έτσι.

Βέβαια, οι αστυνομικοί είναι, κατά κανόνα, υπεύθυνοι άνθρωποι και σοβαροί που δεν θα πάνε να κάνουν κακό σε τυχαίους πολίτες επειδή έχουν τα δεδομένα τους. Όμως έχει ακουστεί, κατά καιρούς, να έχουν γίνει και κάποια παρεξηγήσιμα περιστατικά, παρότι βέβαια, σύμφωνα με τον Νόμο, αυτά δεν επιτρέπονται παρά μόνο με ένταλμα Εισαγγελέα.

Και τέλος πάντων, τώρα έχουμε δημοκρατία. Αν σε κάποια στιγμή δεν έχουμε πια δημοκρατία αλλά γίνει μια χούντα; Τότε, τι γίνεται; Ξαφνικά έχουν οι κακοί όλα σου τα στοιχεία – ξέρουν πού μένεις, ποιος είσαι, και τα λοιπά.

Αυτό, πραγματικά, σας φρικάρει λιγότερο από το QR Code ή άλλες τεχνολογίες;

Όμως οι ΑΣ είναι δεδομένες, επειδή έχουν συνηθιστεί.

Προτού διαμαρτυρηθούμε για μια καινούργια τεχνολογία, νομίζω ότι πρέπει πρώτα να κοιτάξουμε λίγο προς τα πίσω και να δούμε πόσα χειρότερα, ή πιο επικίνδυνα, πράγματα θεωρούμε δεδομένα και μέσα στην κανονική ζωή μας.

Για να μην πούμε για τα smartphone και πόσο εύκολα μπορεί η τηλεφωνική υπηρεσία σου να σε παρακολουθήσει μέσα από αυτά... Το αφήνω γιατί κάπου πρέπει να σταματήσω να γράφω.

Μόνο ένα απλό παράδειγμα θα σας πω (για να δείτε πόσο «παράνομος» είμαι). Όταν είχε πέσει η χούντα του lockdown, έλεγαν να στέλνεις SMS προτού βγεις από το σπίτι ή να έχεις χαρτί. Εγώ ποτέ δεν έστειλα SMS· πάντα ένα χαρτί είχα στην τσέπη.

Ε, ποτέ δεν με σταμάτησε κανένας για να μου ζητήσει τον λόγο, παρότι έβγαινα αρκετά τακτικά μέσα σε έρημους δρόμους. Άλλους που έστελναν SMS τούς σταματούσαν αστυνομικοί και τους έκαναν ερωτήσεις, πολύ συχνά. Και είχα πει, τότε, σε κάποιους: Σας βρίσκουν επειδή τους στέλνετε SMS· και μου απαντούσαν: «Έλα τώρα, σιγά μην παρακολουθούν όλους όσους βγαίνουν· είναι πολλοί.»

Δεν ήταν, όμως, τόσοι πολλοί. Ήταν ελάχιστοι. Και το GPS σε δείχνει επάνω στον χάρτη. Παίρνει, λοιπόν, εντολή μια περιπολία να πάει στον τάδε δρόμο και να τσεκάρει, και πηγαίνει, και σε βρίσκει, γιατί δεν κυκλοφορεί κανένας άλλος, εκτός αν τύχει να έχεις στρίψει κάπου και να σε χάσουν.

Αυτό μόνο έχω να πω για τα κινητά που θεωρείται δεδομένο ότι πρέπει πάντα να κουβαλάς ένα μαζί σου.

 

 

Επίσης . . .

Το Δυναμικό Φανταστικό Σκηνικό


Αρκετοί φανταστικοί κόσμοι δεν αλλάζουν, ή αλλάζουν λίγο. Είναι αρκετά φιξαρισμένοι, θα έλεγες. Γνωρίζουμε τι υπάρχει εκεί και τι δεν υπάρχει, και αποκεί και πέρα οι μόνες αλλαγές είναι, ίσως, στην πολιτική σκηνή του κόσμου, ή στο πώς εξελίσσονται κάποιες καταστάσεις. Αλλά ο κόσμος ο ίδιος, κατά βάση, δεν αλλάζει. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν αυτές οι φανταστικές φυλές, αυτά τα φανταστικά όντα, αυτά τα είδη μαγείας ή τεχνολογίας, και τέλος. Μεταβάλλονται μόνο οι σχέσεις μεταξύ αυτών – όπως αν ένα βασίλειο γκρεμιστεί ή αν μια καινούργια πόλη ιδρυθεί. Σε πολλές περιπτώσεις, δε, ακόμα κι αυτό δεν συμβαίνει, ή συμβαίνει πολύ διστακτικά, πολύ επιφυλακτικά. Κάποιες αυτοκρατορίες είναι πάντα εκεί, κάποια βασιλεία υπήρχαν και θα υπάρχουν. Μερικές φορές αυτό ισχύει και για κάποιους χαρακτήρες μέσα στις φανταστικές ιστορίες· μοιάζουν κι αυτοί φιξαρισμένοι στο φανταστικό σκηνικό, σαν να είναι μέρος του.

Το πιο συνηθισμένο, πάντως, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το πολιτικό σκηνικό να αλλάζει αλλά τίποτα σχετικά με τη φύση του κόσμου. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό – έχει μια συγκεκριμένη αισθητική – και θα μπορούσες να πεις και ότι είναι, κατά κάποιο τρόπο, ρεαλιστικό – δηλαδή, ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στον κόσμο μας, στη δική μας πραγματικότητα.

Ή, μήπως, όχι;

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Νοεμβρίου (12/11)


Χάρτης με τους αρχαίους ρωμαϊκούς δρόμους, εικόνες από το Bummer California, LocalSend (ασφαλή αποστολή αρχείων τοπικά), Sean Andrew Murray. Η Ιρλανδία καθιερώνει τη χορήγηση μισθού σε δημιουργούς, το Beowulf του Lynd Ward, Greek TV Live, The White Company του Arthur Conan Doyle. «Η πόλη των μαγισσών», Space Type Generator, ερωτικές ταινίες τρόμου. Halloween με Ε.Φ. από το ’70· The Sword of Shannara και αντιγραφές του Τόλκιν· The Fall of Mercury της Leslie F. Stone· Sean Connery και Zardoz. Ο άνθρωπος είναι το ζώο που ονειρεύεται.

 

Περί Γραφής: Νοοτροπίες Διορθώσεων


Πώς πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι προτού ξεκινήσεις να διορθώνεις τα κείμενά σου

Νομίζω πως έχω ήδη γράψει σε κάποιο άλλο άρθρο (δεν θυμάμαι ποιο, αυτή τη στιγμή) ότι η τακτική μου με τις διορθώσεις είναι η εξής: να γράφω ένα κομμάτι (κάποιες σελίδες, ίσως ένα κεφάλαιο) και μετά να το διορθώνω· και όταν έχω τελειώσει όλο το βιβλίο, να το διορθώνω πάλι από την αρχή. Αυτή η τελευταία διόρθωση – αν και, ίσως, η λιγότερο σημαντική – είναι και η πιο κουραστική για εμένα, γιατί (α) θέλω να τη βγάλω σε συγκεκριμένο χρόνο, δεν θέλω να αργήσω πολύ· (β) ασχολούμαι με λεπτομέρειες ουσιαστικά, τα βασικά τα έχω ήδη διορθώσει· και (γ) η συνεχόμενη εστίαση της προσοχής για πολλές ημέρες επάνω σε ένα κείμενο δημιουργεί μεγαλύτερη κόπωση από τη συνεχόμενη χειρονακτική εργασία.

Αλλά αυτή είναι απλώς η τακτική που ακολουθώ, και σ’αυτό το άρθρο την αναφέρω μόνο. Εκείνο για το οποίο θέλω να μιλήσω εδώ είναι η νοοτροπία με την οποία κάνει (πρέπει να κάνει;) κάποιος τις διορθώσεις σε ένα λογοτεχνικό κείμενο. Και αναφέρομαι, κυρίως, στον συγγραφέα τον ίδιο, όχι σε διορθωτή. Για τον διορθωτή τα πράγματα πιθανώς να είναι αλλιώς – πιο επαγγελματικά, πιο ουδέτερα. Για τον συγγραφέα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ουδέτερα, και όταν ξαναβλέπει ένα κείμενο που έχει γράψει μπορεί – ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία του – να βλέπει πολλά. Μπορεί να βλέπει ακόμα και φαντάσματα – το οποίο είναι πολύ συνηθισμένο· δεν αστειεύομαι.

Γι’αυτό είναι πολύ σημαντική η νοοτροπία με την οποία κάνει κανείς διορθώσεις, ασχέτως τι τακτική ακολουθεί. Μπορεί κάποιος να μην ακολουθεί τη δική μου τακτική· μπορεί να το γράφει όλο μονοκοπανιά και μετά να το διορθώνει από την αρχή. Ή μπορεί να το γράφει λίγο-λίγο διορθώνοντάς το στην πορεία. Δεν έχει σημασία αυτό. Όλα είναι, κατά βάθος, σωστά. Μεγαλύτερη σημασία έχει η νοοτροπία για τις διορθώσεις.

Και δεν υπάρχει μόνο μία νοοτροπία· υπάρχουν πολλές. Θα αναφέρω μερικές που θεωρώ καλές, και μερικές που πιστεύω ότι έχουν ενδιαφέρον.

Δύο ακραίες καταστάσεις που πλήττουν τους συγγραφείς είναι οι εξής: Από τη μια, να βαριούνται να το διορθώσουν και να το αφήνουν όπως είναι· από την άλλη, να σκαλώνουν και να το κοιτάνε επ’άπειρον, αγωνιώντας ότι πάντα κάτι δεν πάει καλά, ποτέ δεν είναι αρκετά σωστό.

[Συνέχισε να διαβάζεις]